Η ζωική παραγωγή στηρίζεται κυρίως πάνω σε δύο πυλώνες :τη βελτίωση και τη θρέψη. Η πρώτη, συνεπικουρούμενη από την αναπαραγωγή και την υγιεινή, έχει να κάνει με το ίδιο το ζώο, ενώ η δεύτερη, που επηρεάζει σημαντικά το κόστος παραγωγής του κτηνοτροφικού προϊόντος, χαρακτηρίζεται από δύο συμβαλλόμενα μέρη :το ζώο και την τροφή.
Η διατροφή των ζώων γεφυρώνει ή, καλύτερα, παντρεύει την φυτική με τη ζωική παραγωγή. Ο λόγος είναι ότι το 95% περίπου των ζωοτροφών είναι φυτικής προέλευσης, ποσοστό το οποίο, μετά το σκάνδαλο της νόσου των τρελών αγελάδων (κρεατάλευρα) και του επεισοδίου της διοξίνης, βαίνει προς το 100%.
Οι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη και παραγωγή των φυτών (ποικιλία, εδαφοκλιματικές συνθήκες, καλλιεργητικές φροντίδες) είναι μεταξύ εκείνων που επηρεάζουν και την θρεπτική αξία των ζωοτροφών, ‘‘κινητήρια δύναμη’’ και ‘‘βηματοδότη’’ κάθε μορφής κτηνοτροφίας.
Η διατροφή των ζώων, επομένως, επηρεάζει σημαντικά το κόστος παραγωγής του κτηνοτροφικού προϊόντος, αλλά είναι επιπλέον πύλη εισόδου στην τροφική αλυσίδα, αφ’ ενός ανεπιθύμητων ουσιών που απαντώνται φυσικά στις ζωοτροφές ή τοξικών προϊόντων μυκήτων ή καταλοίπων κακώς χρησιμοποιουμένων χημικών ουσιών (προσθετικών ή φαρμάκων) ή τέλος χημικών ρυπαντών των ζωοτροφών από το βιομηχανικό, κυρίως, περιβάλλον. Η διατροφή με τη σειρά της, μπορεί να συμβάλλει στη ρύπανση του περιβάλλοντος, μέσω των εκκριμάτων του ζώου π.χ το άπεπτο μέρος του Ν ή του Ρ μέρους της τροφής. Εάν είναι αλήθεια, ότι τα προϊόντα χημικής σύνθεσης δεν έχουν θέση στη βιολογική κτηνοτροφία, τότε θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η τροφή του ζώου είναι το κυρίως όχημα με το οποίο εισέρχονται τα διάφορα χημικά στη ζωική παραγωγή και φτάνουν μέχρι την τροφική αλυσίδα του ανθρώπου. Από τα παραπάνω, έγινε κατανοητό ότι το πεδίο της διατροφής των αγροτικών ζώων είναι ένας ιδιαίτερα σημαντικός, αλλά κρίσιμος και ευαίσθητος τομέας. Η βιολογική κτηνοτροφία, παρεμβαίνει κυρίως στον τρόπο διατροφής των ζώων παραλλάσσοντας και πολλές φορές βελτιώνοντας την οικονομία της ζωικής παραγωγής, καθώς ταυτόχρονα συμβάλλει, πάνω απ’ όλα, στη βιωσιμότητα του οικοσυστήματος.
Η διατροφή των ζώων και ειδικότερα των αιγοπροβάτων αποτελεί ίσως το πλέον πολύπλοκο και δύσκολο κομμάτι της διαχείρισης ενός κοπαδιού και αυτό γιατί:
- αντιπροσωπεύει το 60-70 % περίπου των δαπανών μίας κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης
- αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της υγείας των ζώων της εκτροφής
Η διατροφή των ζώων απαιτείται να είναι:
- ισορροπημένη ως προς τα θρεπτικά συστατικά που περιέχει
- προσαρμοσμένη στις πεπτικές και μεταβολικές ανάγκες του ζώου ανάλογα με την παραγωγική φάση που ευρίσκεται το κοπάδι
- ασφαλής για την υγεία των ζώων και παραγόμενων προϊόντων, καθαρή και ελκυστική
Ζωοτροφές: (τροφές ή τρόφιμα) ονομάζουμε τις διάφορες ύλες φυτικής , ζωικής, ορυκτής ή συνθετικής προέλευσης που περιέχουν μία ή και περισσότερες θρεπτικές ουσίες.
Θρεπτικές ουσίες : είναι οι ουσίες που βρίσκονται μέσα στα τρόφιμα και συντελούν στην επιβίωση ενός ζωικού οργανισμού. Τις διακρίνουμε σε οργανικές (πρωτεΐνες, λιπίδια , υδατάνθρακες, βιταμίνες ) και σε ανόργανες (ασβέστιο, φώσφορος, μαγνήσιο, μαγγάνιο) κ.λ.π.
6.2 Ζωοτροφές και παράγοντες που επηρεάζουν την κατανάλωσή τους
Οι ζωοτροφές γενικά διακρίνονται σε χονδροειδείς και συμπυκνωμένες και τα κύρια χαρακτηριστικά της κάθε κατηγορίας είναι:
Χονδροειδείς Ζωοτροφές | Συμπυκνωμένες Ζωοτροφές |
Υψηλό ποσοστό κυτταρινών Μεγάλος όγκος Χαμηλή πεπτικότητα Φτωχές σε πεπτή ενέργεια Χαμηλή πυκνότητα | Φτωχές σε κυτταρίνες Μικρός όγκος Υψηλή πεπτικότητα Πλούσιες σε πεπτή ενέργεια Υψηλή πυκνότητα |
Οι ζωοτροφές που συνηθέστερα χρησιμοποιούνται για τη διατροφή των προβάτων :
Καλαμπόκι | Σόγια | Σανοί (μηδικής, βίκου) |
Κριθάρι | Super Σόγια | Άχυρο (σιταριού, κριθαριού) |
Σιτάρι σκληρό | Ηλιάλευρο | Ενσιρώματα (Καλαμποκιού, μηδικής, βίκου) |
Βαμβακόπιτα | Κτηνοτροφική Γλουτένη | Μηδική pellets |
Βαμβακόσπορος | Διάφορες πούλπες | Πίτυρα |
Βαμβακάλευρο | Μελάσα ή μελβίνη | Αλάτι |
Περιεκτικότητα σε θρεπτικές ουσίες
Στον παραπάνω πίνακα δεν αναφέρονται στοιχεία για τη χημική σύνθεση των ζωοτροφών διότι οι διαφορές στη περιεκτικότητά τους σε θρεπτικές ουσίες εξαρτάται από πλήθος παραγόντων όπως:
- διαφορετικές ποικιλίες νομευτικών φυτών
- «ωριμότητα» των νομευτικών φυτών
- στελέχη = πλούσια σε κυτταρίνες
- φύλλα = πλούσια σε πρωτεΐνη και ενέργεια
- περίοδος συγκομιδής, καιρικές συνθήκες
- τρόποι αποθήκευσης συγκομιζόμενων ζωοτροφών
Χονδροειδείς τροφές
Α. Χλωρά Νομευτικά Χόρτα
χωράφι σπαρμένο με βρώμη σιτάρι
Τα χλωρά νομευτικά χόρτα περιέχουν πάνω από 70% νερό.
Αποτελούν την βάση της διατροφής των μηρυκαστικών. Η θρεπτική τους αξία, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως:
Αποτελούν την βάση της διατροφής των μηρυκαστικών. Η θρεπτική τους αξία, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως:
Η σχέση φύλλα προς στελέχη. Όσο πιο μεγάλη είναι η σχέση αυτή, τόσο πιο υψηλή είναι η θρεπτική αξία των χλωρών νομευτικών χόρτων (οι θρεπτικές ουσίες είναι περισσότερες στα φύλλα).
- Το είδος του φυτού. Τα διάφορα είδη φυτών δεν έχουν την ίδια χημική σύσταση και επομένως θρεπτική αξία π.χ. το χλωρό χόρτο βρώμης πιο ελκυστική και θρεπτική τροφή για τα ζώα σε σχέση με το χόρτο του κριθαριού.
- Οι καιρικές συνθήκες (υγρασία, ξηρασία, θερμοκρασία, ηλιακό φως, άνεμοι) επηρεάζουν αρκετά την θρεπτική αξία των νομευτικών χόρτων, π.χ. τα χλωρά νομευτικά χόρτα, όταν αναπτύσσονται κάτω από βροχερές συνθήκες είναι λιγότερο ελκυστικά για τα ζώα και κατώτερης αξίας.
- Η ένταση της εκμετάλλευσης των φυτών. Η θρεπτική αξία των νομευτικών χόρτων εξαρτάται από τη συχνότητα και το ύψος της κοπής των φυτών π.χ. συχνή και βαθιά κοπή των φυτών ή η υπερβόσκηση μειώνει την ολική παραγωγή των χόρτων και αποδίδει νομευτικά χόρτα κατώτερης θρεπτικής αξίας.
- Η λίπανση του εδάφους: επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα και ποσότητα των νομευτικών χόρτων. Ο εμπλουτισμός του εδάφους σε άζωτο , φώσφορο, κάλιο συμβάλλει τόσο στην ανάπτυξη των φυτών, όσο και την αύξηση της περιεκτικότητας των στοιχείων αυτών στη τροφή των ζώων. Προσοχή όμως στην χρονική διάρκεια ανάμεσα στη λίπανση και τη βόσκηση ή συγκομιδή.
Κάποιες γενικές παρατηρήσεις:
- Τα περισσότερα χλωρά χόρτα μπορούν να δίνονται στα ζώα σε αρκετή ποσότητα. Π.χ. το χλωρό χόρτο βρώμης (ταγής), καλαμποκιού μέχρι και 5% του σωματικού τους βάρους.
- Το χλωρό χόρτο κριθαριού χωρίς περιορισμούς.
- Τα χλωρά χόρτα δεν πρέπει να βοσκούνται ή να χορηγούνται για την κατανάλωση αν είναι βρεγμένα, παγωμένα ή καλυμμένα με δροσιά, γιατί προκαλούν σοβαρές διαταραχές στα ζώα.
- Η απότομη επίσης μεταβολή της δίαιτας από την «ξηρή» στη «χλωρή» είναι επικίνδυνη διότι προκαλεί πεπτικές διαταραχές ή και εντεροτοξιναιμία .
- Η αλλαγή της δίαιτας των ζώων από τη μία στην άλλη πρέπει να κρατάει 7-10 ημέρες π.χ. στα ζώα τα οποία πρόκειται να αρχίσουν να βγαίνουν στα βοσκοτόπια παίρνουν κάθε πρωί και για 7-10 ημέρες, μία ποσότητα ξηρών χονδροειδών τροφών (σανός, άχυρο κ.λ.π).
Καρποί - Σπέρματα- Συμπυκνωμένες Τροφές
σιτάρι κριθάρι ψίχα αφυδατωμένου τεύτλου
σόγια άχυρο νιφάδες δημητριακών (flakes)
Οι καρποί και τα σπέρματα είναι οι συμπυκνωμένες εκείνες ζωοτροφές που περιέχουν υψηλά ποσά ενέργειας (0,8 - 1,15 ΝΜ/kg) ή μικρές (5-12 %) ή μεγάλες (22-37%) ποσότητες αζωτούχων ουσιών. Τα σπέρματα των σιτηρών είναι πλούσια σε ενέργεια, αλλά φτωχά σε ασβέστιο και πλούσια σε φώσφορο.
- Σπέρματα καλαμποκιού: Πλούσια σε ενέργεια, όμως περιέχουν λίγες αζωτούχες ουσίες (8,5 - 9 %) και ελλειμματικές στα πολύτιμα αμινοξέα λυσίνη και τρυπτοφάνη.
- Σπέρματα κριθαριού, βρώμης χρησιμοποιούνται χωρίς κανένα περιορισμό στη δίαιτα όλων των ζώων.
- Σπέρματα σιταριού. Είναι τα πλουσιότερα σε πρωτείνες. Τα προσθέτουμε στα σιτηρέσια μέχρι 30% και πάντοτε χοντροαλεσμένα .Μεγάλη περιεκτικότητα προκαλεί στα πρόβατα μετεωρισμό με και χωρίς ενδονυχίτιδα, ιδίως όταν είναι φρέσκα.
- Σπέρματα ρυζιού , δεν χρησιμοποιούνται στην περιοχή μας.
- Καρποί χαρουπιάς : Αλέθονται μετά από αφαίρεση ή όχι των σπερμάτων τους και χορηγούνται στα ζώα ή προσθέτονται στα σιτηρέσια τους. Στα μυρηκαστικά δίνονται συμπληρωματικά (μέχρι 20 %), στους χοίρους (μέχρι 10%) του πλήρους σιτηρεσίου τους.
Υποκατάστατα γάλακτος (τεχνητά γάλατα)
Τα τεχνητά γάλατα κυκλοφορούν στο εμπόριο σε αλευρώδη υφή (σκόνη). Το βασικό συστατικό όλων των υποκατάστατων είναι ένα ή περισσότερα από τα υποπροϊόντα του αγελαδινού γάλακτος. Για την αναπλήρωση του λίπους προστίθεται ζωικό ή φυτικό λίπος. Επίσης έχουν προστεθεί βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, αυξητικοί παράγοντες – προβιοτικά. Η επιστημονική τεχνολογία σήμερα έχει καταφέρει να παράγονται σήμερα υποκατάστατα γάλακτος ίσως ή και ανώτερης ποιότητας από το φυσικό.
Η χρήση τεχνητού γάλακτος προσφέρει:
Η χρήση τεχνητού γάλακτος προσφέρει:
- Μείωση των εξόδων της διατροφής των νεαρών αρνιών, μοσχαριών.
- Αύξηση των εσόδων μιας κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης
- Καλύτερος έλεγχος της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης
MASTER 100 ΙΣΟΡΡΟΠΙΣΤΗΣ ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΩΝ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
ΑΝΑΛΥΣΗ: Ασβέστιο(Ca) 21,3%, Φώσφορος(P) 3,7%, Νάτριο(Na) 10 %
ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΟ (ανά 25 Kg)
Βιταμίνη Α
|
10.000.000 IU
|
Fe
|
100.000mg
|
Βιταμίνη D3
|
2.000.000 IU
|
Zn
|
150.000mg
|
Bιταμίνη E
|
25.000 mg
|
Se
|
300mg
|
Co
|
800mg
|
Mn
|
50.000mg
|
I
|
6.600mg
|
Mg
|
160.000mg
|
ΑΝΤΙΟΞΕΙΔΩΤΙΚΟ:+++
ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ: ΜΑΡΜΑΡΟΣΚΟΝΗ, ΑΛΑΤΙ, ΦΩΣΦΟΡΙΚΟ ΔΙΑΣΒΕΣΤΙΟ, ΣΟΔΑ,
ΒΗΤΤΕΣ, ΑΡΩΜΑ
MASTER 150 ΙΣΟΡΡΟΠΙΣΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΠΑΧΥΝΣΗΣ ΑΜΝΟΕΡΙΦΙΩΝ
ΑΝΑΛΥΣΗ: Ασβέστιο(Ca) 23%, Φώσφορος(P) 4,5%, Νάτριο(Na) 7 %
ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΟ (ανά 25 Kg)
Βιταμίνη Α
|
10.000.000 IU
|
Fe
|
100.000mg
|
Βιταμίνη D3
|
2.000.000 IU
|
Zn
|
150.000mg
|
Bιταμίνη E
|
25.000 mg
|
Se
|
300mg
|
Co
|
800mg
|
Mn
|
50.000mg
|
I
|
6.600mg
|
Mg
|
160.000mg
|
ΑΝΤΙΟΞΕΙΔΩΤΙΚΟ:+++
ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ: ΜΑΡΜΑΡΟΣΚΟΝΗ, ΑΛΑΤΙ, ΦΩΣΦΟΡΙΚΟ ΔΙΑΣΒΕΣΤΙΟ, ΣΟΔΑ,
ΒΗΤΤΕΣ, ΑΡΩΜΑ.
ΔΟΣΟΛΟΓΙΑ: 25 Kg ανά τόνο τελικής τροφής
Σιτηρέσιο και η διάκρισή του
Σιτηρέσιο είναι το σύνολο των ζωοτροφών που δίνονται σε ένα ζώο εντός του εικοσιτετραώρου για να καλύψει τις ανάγκες του σε ενέργεια και ύλη. Το σιτηρέσιο αποτελείται από μία ή περισσότερες ομοειδείς ή ‘όχι ζωοτροφές , οι οποίες συνδυάζονται με τρόπο ώστε να καλυφθούν οι ημερήσιες ανάγκες.
Τα σιτηρέσια διακρίνονται σε ενιαία και διμερή . Τα ενιαία καταρτίζονται ως ενιαίο σύνολο και καλύπτουν συνολικά τις ανάγκες συντήρησης και παραγωγής του ζώου, ενώ τα διμερή αποτελούνται από δύο μέρη, εκ των οποίων το ένα καλύπτει τις ανάγκες συντήρησης και καλείται σιτηρέσιο συντήρησης και το άλλο τις ανάγκες παραγωγής του ζώου και καλείται σιτηρέσιο παραγωγής
Το σιτηρέσιο διακρίνεται σε δύο τμήματα . Σε βασικό σιτηρέσιο και σιτηρέσιοπαραγωγής. Το πρώτο καλύπτει τις ανάγκες συντήρησης και ένα μέρος της παραγωγής του ζώου, ενώ το σιτηρέσιο παραγωγής καλύπτει τις υπόλοιπες ανάγκες παραγωγής.
Το σωστό σιτηρέσιο έχει τον εξής προορισμό:
- Εφοδιάζει το ζώο με όλες τις θρεπτικές ουσίες και την ενέργεια που χρειάζεται για την συντήρησή του και τις ανάγκες παραγωγής κτηνοτροφικών προϊόντων
- Βελτιώνει την παραγόμενη ποιότητα των παραγόμενων κτηνοτροφικών προϊόντων
- 50% του κόστους εκτροφής
- Επηρεάζει την υγεία των ζώων και μεγαλύτερη μακροβιότερη παραγωγικότητα
Με Μη σωστή διατροφή θα έχουμε
- Μείωση γαλακτοπαραγωγής
- Μειωμένη γονιμότητα
- Μεταβολικά νοσήματα
- Χωλότητες
- Πεπτικές διατροφές
Κατάρτιση Σιτηρεσίων Οικόσιτων προβάτων
Βασικό σιτηρέσιο κατά περιόδους
Οι ζωοτροφές, οι οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στο σιτηρέσιο, εξετάζονται ως προς την καταλληλότητα για το είδος του ζώου και την παραγωγική του κατεύθυνση, αλλά και ως προς την ελκυστικότητα και την επίδραση τους στην υγεία του ζώου καθώς και την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων. Η χημική σύσταση των ζωοτροφών προσδιορίζεται με χημική ανάλυση κατόπιν επιμελούς δειγματοληψίας. Η εκτίμηση όμως της θρεπτικής αξίας των ζωοτροφών προϋποθέτει τον προσδιορισμό των συντελεστών πεπτικότητας των επιμέρους θρεπτικών ουσιών με τη χρήση πειραματόζωων Το ποσοστό συμμετοχής κάθε μιας ζωοτροφής στο σιτηρέσιο καθορίζεται από τη διατιθέμενη ποσότητα, την οικονομικότητα της και τους διαιτητικούς περιορισμούς. Μέσα στο πλαίσιο των διαιτητικών περιορισμών το σιτηρέσιο καταρτίζεται με το μεγαλύτερο επιτρεπτό ποσοστό κάθε ζωοτροφής, έτσι ώστε να αποτελεί τον φθηνότερο συνδυασμό (σιτηρέσιο ελαχίστου κόστους). Ένα ισόρροπο σιτηρέσιο καλύπτει με ακρίβεια τις θρεπτικές ανάγκες ενός ζώου σε ενέργεια και θρεπτικές ουσίες για ένα 24ωρο. Εκτός από την ενέργεια, τα κυριότερα θρεπτικά συστατικά που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στην κατάρτιση συμβατικών ή βιολογικών σιτηρεσίων είναι η πρωτεΐνη, το ασβέστιο, ο φωσφόρος και σε ορισμένες περιπτώσεις οι βιταμίνες Α, D και Ε. Τα υπόλοιπα απαραίτητα συστατικά (μακροστοιχεία, ιχνοστοιχεία, βιταμίνες) απαιτούνται σε πολύ μικρές ποσότητες και στις περισσότερες περιπτώσεις διατροφής των μηρυκαστικών βρίσκονται σε επάρκεια στο σιτηρέσιο, όταν φυσικά το σιτηρέσιο αυτό αποτελείται από συνήθεις τροφές και ικανοποιεί τις ανάγκες των ζώων σε ενέργεια και πρωτεΐνη. Εάν όμως το σιτηρέσιο είναι ελλειμματικό σε μακροστοιχεία, ιχνοστοιχεία και βιταμίνες. Η διατροφή των προβάτων και αιγών στη βοσκή βασίζεται κατά το μεγαλύτερο μέρος στην ποώδη βλάστηση (περίοδος άνοιξης) και κατά ένα μικρότερο μέρος στα αποξηραμένα χόρτα, τα υπολείμματα δηλαδή της βοσκήσιμης ύλης (περίοδος θέρους και φθινοπώρου), καθώς και στα φύλλα και κλάδους των θάμνων. Οι θρεπτικές όμως ανάγκες των ζώων δε συμπίπτουν χρονικά με τη μέγιστη παραγωγή βοσκήσιμης ύλης, γιατί οι κρίσιμες αναπαραγωγικές και παραγωγικές φάσεις αυτών δε συμπίπτουν με την εποχή της μέγιστης παραγωγής βοσκήσιμης ύλης. Οι κρίσιμες περίοδοι του αναπαραγωγικού και παραγωγικού κύκλου των προβάτων και αιγών, που απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή ως προς τη διατροφή, είναι: η περίοδος των οχειών, η περίοδος της εγκυμοσύνης (τελευταίος μήνας) και η εναρκτήρια φάση της γαλακτοπαραγωγής (πρώτο δίμηνο μετά τον τοκετό).
Περίοδος εγκυμοσύνης
Η περίοδος αυτή από πλευράς διατροφής χωρίζεται σε 3 φάσεις. Η πρώτη φάση συμπίπτει χρονικά με την πλέον ξερή περίοδο του έτους. Η βοσκήσιμη ύλη κατά την περίοδο αυτή είναι περιορισμένη, επαρκής, ωστόσο, για την ικανοποίηση των θρεπτικών αναγκών συντήρησης των ζώων. Στην περίπτωση όμως που δεν καλύπτονται οι ανάγκες συντήρησης των ζώων χορηγούνται χονδροειδείς και συμπυκνωμένες ζωοτροφές για την κάλυψη των θρεπτικών αναγκών των ζώων σε ενέργεια, αζωτούχες ουσίες, ανόργανα στοιχεία και βιταμίνες. Στην αρχή της εγκυμοσύνης (πρώτες 3-4 εβδομάδες), η επιβίωση του εμβρύου και η συνέχιση της κυοφορίας συνδέονται άμεσα με τη θρεπτική κατάσταση των ζώων. Έτσι, η ικανοποίηση των θρεπτικών αναγκών τους στην κρίσιμη αυτή αναπαραγωγική φάση παίζει πρωτεύοντα ρόλο στον περιορισμό της εμβρυϊκής θνησιμότητας. Εάν τα ζώα βρίσκονται σε καλή θρεπτική κατάσταση, η ανάπτυξη του εμβρύου δεν επηρεάζεται ακόμη και από ελλειμματική διατροφή. Κατά τη δεύτερη φάση (5η έως 17ηεβδομάδα), εάν τα ζώα βρίσκονται σε καλή θρεπτική κατάσταση, η ανάπτυξη του εμβρύου δεν επηρεάζεται ακόμη και από ελλειμματική διατροφή, όπως και στην προηγούμενη φάση. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης της εγκυμοσύνης, εάν τα ζώα βρίσκονται σε καλή θρεπτική κατάσταση και η διατροφή τους είναι ελλειμματική, είναι δυνατό να παρατηρηθεί μικρή απώλεια σωματικού βάρους (2-3 kg ανά κεφαλή) χωρίς δυσμενείς επιδράσεις στην ανάπτυξη του εμβρύου. Κάτω από κανονικές συνθήκες εκτροφής το σωματικό βάρος των προβατίνων και αιγών πρέπει να παρουσιάζει μια μέση ημερήσια αύξηση 30 g. Η πιο κρίσιμη περίοδος από πλευράς διατροφής για τα πρόβατα και τα γίδια είναι το τελευταίο στάδιο της εγκυμοσύνης ιδιαίτερα όταν αυτό συμπίπτει χρονικά με τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο. Κατά το τελευταίο στάδιο της εγκυμοσύνης οι θρεπτικές ανάγκες των ζώων αυξάνονται σημαντικά, γιατί εκτός των αναγκών συντήρησης απαιτούνται επιπρόσθετες ποσότητες ενέργειας και θρεπτικών ουσιών για την αύξηση του εμβρύου αλλά και των σωματικών εφεδρειών που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση σε υψηλά επίπεδα της γαλακτοπαραγωγής μετά τον τοκετό. Κατά τις τελευταίες 7 εβδομάδες της εγκυμοσύνης το βάρος των προβατίνων και των αιγών κάτω από κανονικές συνθήκες εκτροφής, αυξάνεται κατά 180 γραμμάρια την ημέρα. Η αύξηση αυτή του σωματικού βάρους των προβατίνων και των αιγών επιτυγχάνεται με τη χορήγηση 600 gr μίγματος συμπυκνωμένων τροφών και 1000 γραμμαρίων ξηρού χόρτου μηδικής ή αντίστοιχης σε θρεπτικές ουσίες ποσότητας βοσκήσιμης ύλης. όταν φυσικά τα ζώα βγαίνουν στη βοσκή.
Περίοδος γαλακτοπαραγωγής
Η εναρκτήρια φάση της γαλακτοπαραγωγής των προβάτων και αιγών, διάρκειας 6-8 εβδομάδων, συνήθως συμπίπτει χρονικά με την περίοδο του χειμώνα (Δεκέμβριος, Ιανουάριος, Φεβρουάριος) και είναι κρίσιμη από πλευράς διατροφής. Κατά την περίοδο αυτή, εκτός των αναγκών συντήρησης, τα ζώα έχουν επιπρόσθετες ανάγκες κυρίως σε ενέργεια και πρωτεΐνη για την παραγωγή γάλακτος. Στα πρόβατα και στα γίδια το μέγιστο ύψος γαλακτοπαραγωγής παρατηρείται την 3η εβδομάδα μετά τον τοκετό, στη συνέχεια η παραγωγή γάλακτος σταθεροποιείται μέχρι το τέλος της γαλουχίας των αμνών και εριφίων και μετά τον απογαλακτισμό μειώνεται σταδιακά μέχρι την περίοδο των οχειών, που πρακτικά διακόπτεται το άρμεγμα. Κατά την περίοδο της εναρκτήριας φάσης της γαλακτοπαραγωγής το χόρτο βοσκής είναι σχεδόν ανύπαρκτο, γι' αυτό οι κτηνοτρόφοι χορηγούν στα ζώα συγκομιζόμενες ζωοτροφές. Όταν η χορηγούμενη τροφή, κατά τη φάση αυτή της γαλακτοπαραγωγής των προβάτων και αιγών, δεν είναι επαρκής για να καλύψει τις θρεπτικές τους ανάγκες, τα ζώα καταναλίσκουν σωματικά ενεργειακά αποθέματα με αποτέλεσμα την απώλεια βάρους. Στη φάση αυτή της γαλακτοπαραγωγής, οι προβατίνες και οι αίγες πρέπει να καταναλώσουν τις σωματικές εφεδρείες τους για την επίτευξη της μέγιστης παραγωγής γάλακτος. Η κατανάλωση των σωματικών εφεδρειών και η απώλεια σωματικού βάρους είναι μια φυσιολογική λειτουργία χωρίς δυσμενείς επιδράσεις στην υγεία των ζώων. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, το ξηρό χόρτο μηδικής αποτελεί κατά κανόνα την κύρια χονδροειδή τροφή και οι δημητριακοί καρποί (καλαμπόκι, κριθάρι) αποτελούν τη βάση των συμπυκνωμένων τροφών. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι τα εμπορικά μίγματα συμπυκνωμένων τροφών πρέπει να προέρχονταν από αξιόπιστες βιομηχανίες ζωοτροφών, καν να περιέχουν όσο το δυνατό περισσότερες πρώτες ύλες έτσι ώστε να επικαλύπτονται τα ελλείμματα ή πλεονάσματα των θρεπτικών ουσιών και να καθίστανται τα μίγματα κατά το δυνατόν ισόρροπα σε συνδυασμό φυσικά με τις χονδροειδείς τροφές του σιτηρεσίου. Για τις βιολογικές εκτροφές τα μίγματα συμπυκνωμένων τροφών πρέπει να αποτελούνται από πρώτες ύλες ζωοτροφών που παράγονται με βιολογικό τρόπο.
Η διατροφή παίζει τον πιο σημαντικό ρόλο στη σημερινή εκτροφή αιγοπροβάτων και χρήζει ιδιαίτερης προσοχής εκ μέρους των παραγωγών για μια επιτυχημένη και βιώσιμη εκμετάλλευση. Η χρησιμοποίηση ορθολογικών σιτηρεσίων σε κάθε αναπαραγωγική και παραγωγική φάση των ζώων θα συμβάλλει σημαντικά στη βελτίωση των παραγωγικών ιδιοτήτων των ζώων και στην αύξηση του εισοδήματος του παραγωγού.
Για τη διατροφή των οικόσιτων προβατίνων καταρτίζεται ΒΣ που καλύπτει ανάγκες συντήρησης (Σ) και μέρος από τις ανάγκες γαλακτοπαραγωγής. Ένα συνηθισμένο ΒΣ καλύπτει ανάγκες Σ +0,5 kg γάλακτος. Το γάλα έχει λιποπεριεκτικότητα 6%. Οι ενεργειακές ανάγκες των αιγοπροβάτων για συντήρηση , εγκυμοσύνη και γαλακτοπαραγωγή εκφράζονται σε Mjoyles(MJ) Καθαρής ενέργειας Γαλακτοπαραγωγής (ΚΕΓ) ή σε Μονάδες Αμύλου (ΜΑ) . Για τις αίγες οι ενεργειακές ανάγκες συντήρησης υπολογίζονται σε 0,272 MJ ΚΕΓ /kg μεταβολικού βάρους (W0,75), ενώ για τα πρόβατα οι ανάγκες αυτές μικρότερς περίπου κατά 12%.Στο βασικό σιτηρέσιο ενσωματώνονται όλες οι ΧΖ , η ΞΟ των οπίων πρέπει να είναι μεγαλύτερη κατά 1% του σωματικού βάρους των προβατίνων.
Στο ΒΣ ενσωματώνονται μοι ΧΖ , η ΞΟ των οποίων πρέπει να είναι μεγαλύτερο ή του 1% του ΣΒ των προβατίνων.
Τα σιτηρέσια των προβατίνων εν σχέσει με τις αγελάδες πρέπει να έχουν υψηλότερη περιεκτικότητα σε ΙΟ , NDF και ADF γιατί το γάλα έχει διπλάσια λιποπερειεκτικότητα από τις αγελάδες. Τα πρόβατα τους μήνες Ιούλιο μέχρι Σεπτέμβριο έχουν μόνο ανάγκες συντήρησης και η διατροφή τους γίνεται ομαδιακά και όχι ατομικά, στο αμελκτήριο όπου το ζώο καταναλώνει μικτρή ποσότητα ΜΓ.
Στα αιοπρόβατα λαμβάνεται υπόψη το μέσο ΣΒ και η μέση γακακτοπαραγωγή του ποιμνίου και η πολυδυμία . Έτσι καταρτίζεται σιτηρέσιο που καλυπτει μέσες ανάγκες και εφαρμόζεται ομαδικά, με τη προϋπόθεση ότι ο κτηνοτρόφος έχει ομοιόμορφο ποίμνιο από πλευράς φυλής, ΣΒ και παραγωγικότητα
Πρόγραμμα διατροφής προβατίνων ΣΒ 70 κιλών που διατηρούνται μέσα στο σταύλο με μέση παραγωγή γάλακτος 1,6 % λ= 7,2% και μέση πολυδυμία 1,52 με τροφές σανού, μηδική ,άχυρο σίτου , καρπός κριθής, πίτυρα σίτου, στέμφυλα σακχαρότευτλων, βαμβακοπλακούς, σογιάλευρο, μαρμαρόσκονη, φωσφορικό διασβέστιο, αλάτι και ισορροπιστή ιχνοστοιχείων
Το Β.Σ καλύπτει ανάγκες Σ+0,5 kg γάλακτος λ=6% , επειδή τα πρόβατα διατηρούντα οικόσιτα .Οι ανάγκες θα καλυφτούν σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα
το υπόλοιπο των αναγκών με 2 ΣΖ την κριθή (υψηλό ενεργειακό με χαμηλή και το βαμβακοπλακούντα με χαμηλή σύμφωνα με τα παρακάτω πίνακα
Οι ανάγκες σε ιχνοστοιχεία θα είναι σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα
Το μίγμα θα έχει ως εξής:
Καρπός κριθής 0,77kg 74,6%
Βαμβακοπλακούντας 0,25 kg 24,2%
Ισορροπιστή αν.αλάτων 0,012 kg 1,2%
ΠΗΓΗ
0 Σχόλια